Η αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης έχει εδραιωθεί ως το κατεξοχήν εργαλείο της δικαστικής συνεργασίας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, αντικαθιστώντας τις σχετικές διεθνείς συμβάσεις ποινικής δικαστικής συνεργασίας. Η παρούσα μελέτη αποσκοπεί να σκιαγραφήσει τη λειτουργία της εν λόγω αρχής εντός του συστήματος αυξημένης δικαστικής συνεργασίας εντός της ΕΕ. Αναγκαία προϋπόθεση προς τούτο είναι η κατανόηση της αρχής της αμοιβαίας εμπιστοσύνης και η απεικόνιση της συσχέτισης μεταξύ των δύο αρχών. Προς τον σκοπό αυτό διενεργείται μία ιστορική αναδρομή στην εξέλιξή τους και έπειτα μία ολιστική προσέγγιση της κανονιστικής διαμόρφωσής τους, από την οπτική τόσο του ΔΕΕ όσο και των οργάνων της ΕΕ. Τέλος, γίνεται αναφορά στους κινδύνους που ενδεχομένως προκαλούνται από την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, ιδίως τον κίνδυνο προσβολής θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στο ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης, καθώς αποτελεί το κατεξοχήν εργαλείο της ενωσιακής ποινικής δικαστικής συνεργασίας. Κατόπιν ανάλυσης των προαναφερθέντων, διατυπώνεται η καταληκτική παρατήρηση ότι δύναται να επιτευχθεί η αρμονική συμβίωση μεταξύ της αποτελεσματικής δικαστικής συνεργασίας μέσω της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης και της προστασίας των θεμελιωδών δικαιωμάτων με την ορθή εφαρμογή από τις εθνικές αρχές των κατευθυντήριων αρχών που έχει διατυπώσει το ΔΕΕ με τη φιλική προς τα θεμελιώδη δικαιώματα πρόσφατη νομολογία του.
Αμοιβαία αναγνώριση – αμοιβαία εμπιστοσύνη: εδραίωση των εργαλείων της ποινικής δικαστικής συνεργασίας εντός της ΕΕ
Λέξεις-κλειδιά
αμοιβαία αναγνώριση – αμοιβαία εμπιστοσύνη – ποινική δικαστική συνεργασία – Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης – θεμελιώδη δικαιώματα